H μεσοθεραπεία εφαρμόστηκε πρώτη φορά από το Γάλλο Michel Pistor to 1952 και αναγνωρίστηκε από την Γαλλική Ιατρική Ακαδημία, ως θεραπευτική μέθοδος το 1987.
Η μεσοθεραπεία είναι μία τεχνική και όχι ένα συγκεκριμένο είδος θεραπείας.
Η τεχνική αυτή μπορεί να χρησιμοποιηθεί για διαφορετικά είδη προβλημάτων.
Ονομάζεται μεσοθεραπεία διότι συνίσταται στο να εγχύονται με ενέσιμο τρόπο ουσίες στο μεσόδερμα, δηλαδή στο λίπος και το συνδετικό ιστό, που βρίσκεται κάτω από το δέρμα.
Πρόκειται για ένα ενέσιμο τρόπο διοχέτευσης υλικών στο μεσόδερμα.
Ο γιατρός χρησιμοποιεί μια μικρή σύριγγα με πολύ λεπτή βελόνα (περίπου όσο μία τρίχα), γίνονται πολλαπλές εγχύσεις στην ενδιαφερόμενη περιοχή.
Λόγω του ότι η βελόνα είναι πάρα πολύ λεπτή ο βαθμός του πόνου είναι ελάχιστος.
Γίνεται αισθητός σαν ένα ελαφρύ τσίμπημα.
Τα υλικά, που χρησιμοποιεί ο πλαστικός χειρουργός, όταν κάνει μεσοθεραπεία στο πρόσωπο, στο λαιμό ή στο ντεκολτέ, είναι συνήθως πολυβιταμινούχα σκευάσματα, ιχνοστοιχεία και υαλουρονικό.
Παρόλο που η μεσοθεραπεία ως τεχνική για βελτίωση της υφής του προσώπου υπάρχει εδώ και αρκετές δεκαετίες, αυτό που στην πράξη έκανε τη μεγάλη διαφορά, ήταν η χρήση του υαλουρονικού.
Η ουσία αυτή είναι απόλυτα ασφαλής για τον ανθρώπινο οργανισμό και παράλληλα ενυδατώνει.
Η ενυδάτωση γίνεται διότι το υαλουρονικό είναι υγροσκοπική ουσία, δηλαδή απορροφά νερό.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο λειτουργεί σαν σφουγγάρι, δηλαδή συγκρατεί νερό μέσα στο δέρμα, άρα το ενυδατώνει.
Στην πράξη, παρατηρούμε μία βελτίωση της υφής του δέρματος, το οποίο γίνεται πιο λείο, πιο φωτεινό και πιο ελαστικό.